Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Μαγνησίας Τέλης Μπασδάνης περιγράφει σήμερα στη «Θ» τις επιπτώσεις στην τοπική οικονομία δηλώνοντας πως συγκρίνονται με αυτές του παγκοσμίου κραχ του 1929. Η συσσώρευση χρεών, η μείωση του τζίρου, η αβεβαιότητα για την είσπραξη των απαιτήσεων είναι οι πρωταρχικές αιτίες που καθιστούν την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων αβέβαιη, σύμφωνα με τον ίδιο, ενώ τα στοιχεία αποδεικνύουν το μέγεθος των επιπτώσεων.
Ποια είναι η εικόνα σύμφωνα με τα στοιχεία, που παρουσιάζει η αγορά σήμερα. Το πρώτο τετράμηνο του δύσκολου 2019, ποιες διαφορές παρουσιάζει με το πρώτο τετράμηνο του 2020.
Δυστυχώς ξεκάθαρα μηνύματα σχετικά με την πραγματική εικόνα της αγοράς, δεν μπορούν να εξαχθούν, καθώς ακόμη υπάρχουν επιχειρήσεις και κλάδοι που δεν έχουν ξεκινήσει να επαναλειτουργούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την περίοδο της «καραντίνας» (από 15-03-20 έως και σήμερα) στο Επιμελητήριο καταγράφηκε θετικό ισοζύγιο με 60 εγγραφές και 13 διαγραφές επιχειρήσεων κάτι βεβαίως που δεν δίνει την πραγματική εικόνα. Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Απρίλιο έκαναν εγγραφή στο Επιμελητήριό μας, μόνο 28 επιχειρήσεις, όταν το 2019 είχαν πραγματοποιηθεί 89 εγγραφές. Στην επιχειρηματική κοινότητα βέβαια, όλοι γνωρίζουμε τις δραματικές συνέπειες που είχε η καραντίνα για τις επιχειρήσεις και σε πόσο δραματική κατάσταση τις έχει οδηγήσει. Επιχείρηση που δεν εισπράττει και καλείται απλά να πληρώνει δεν είναι βιώσιμη. Η συσσώρευση χρεών, η μείωση του τζίρου, η αβεβαιότητα για την είσπραξη των απαιτήσεων είναι οι πρωταρχικές αιτίες που καθιστούν την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων αβέβαιη. Ως προς την τοπική επιχειρηματικότητα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Επιμελητηρίου μας και για τα δύο πρώτα τετράμηνα του έτους (2019 και 2020) υπήρξε θετικό ισοζύγιο με 322 εγγραφές και 176 διαγραφές (+146 επιχειρήσεις το 2019) και 349 εγγραφές και 147 διαγραφές (+202 επιχειρήσεις κατά το 2020).
Οι εκτιμήσεις είναι πως η Μαγνησία θα ζήσει σκληρότερη κρίση και από αυτή του 2010. Μέσα στα σκληρά μνημόνια επιλέχθηκε ένα μοντέλο «ανάπτυξης» με επιδοτήσεις καφέ και γρήγορου φαγητού. Σήμερα, σε ποιο μοντέλο πρέπει να κατευθυνθεί ο Νομός;
Σαφέστατα και η σημερινή κρίση δεν έχει καμία σχέση με την ύφεση του 2010 και μετά. Οι επιπτώσεις της πανδημίας δυστυχώς μπορούν να συγκριθούν με του παγκοσμίου κραχ του 1929. Κατά συνέπεια, εάν δεν υπάρξει ένα ικανό σχέδιο στήριξής τους για το επόμενο διάστημα, η πανδημία θα αποτελέσει και τη χαριστική βολή στις προσπάθειές τους. Ως προς το περιβόητο «μοντέλο ανάπτυξης» δεν χρειάζεται να το αναφέρουμε ξανά και ξανά ότι δυστυχώς δεν θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως ένα βιώσιμο μοντέλο. Δυστυχώς, οι επενδύσεις σε κλάδους χωρίς προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία, είχαν ως αποτέλεσμα τον μετριασμό κάποιων οικονομικών δεικτών για βραχυπρόθεσμη περίοδο, χωρίς όμως να δημιουργούν συνθήκες πραγματικής ανάπτυξης. Οι επενδύσεις σε κλάδους που δεν «παρήγαγαν», απλά ανακύκλωναν τα λιγοστά χρήματα που υπήρχαν στην ελληνική οικονομία. Μονόδρομο, λοιπόν για την τοπική, αλλά και εθνική οικονομία αποτελεί η ανάπτυξη επενδύσεων σε παραγωγικούς κλάδους, όπως η πρωτογενής παραγωγή και η μεταποίηση, η επένδυση σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και η επένδυση σε τεχνολογίες αιχμής, όπου σε συνδυασμό με την ενίσχυση της εξωστρέφειας μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές εξαγωγές, αλλά και η ταυτόχρονη αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος που αποτελεί ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τον τόπο μας εάν αξιοποιηθεί σωστά. Ιδιαίτερη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί σε δραστηριότητες πρωτογενούς παραγωγής που παρουσιάζουν ελλειμματικό ισοζύγιο, αποτελούν προϊόντα πρώτης ανάγκης και σχετίζονται άμεσα με τον κλάδο του επισιτισμού. Οι επιχειρήσεις, ωστόσο δεν έχουν επενδύσει στις νέες τεχνολογίες για να προχωρήσουν… Είναι δεδομένο πως για να καταστεί το μοντέλο που περιγράφω ανταγωνιστικό, θα πρέπει να είναι βασισμένο στις αρχές της ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων, σε βιομηχανία και ηλεκτρονικό εμπόριο, ώστε να μπορέσει να ανταγωνιστεί τις επιχειρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και να επιτρέψει στις επιχειρήσεις σε περίπτωση επανάληψης συνθηκών ανάλογων της πανδημίας να περιορίσουν τις απώλειες παραγωγής τους.
Υποστηρίζετε πως η Ελλάδα χειρίστηκε την υγειονομική κρίση με επιτυχία και τώρα πρέπει να κάνει το επόμενο βήμα, ώστε να διασφαλίσει την επιστροφή στην κανονικότητα και να επουλώσει τις πληγές που άφησε στην αγορά η πανδημία. Πώς θα συμβεί αυτό με δεδομένες πάντα τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας και μια υγειονομική κρίση που δεν τελειώνει;
Η επόμενη μέρα, για την επιχειρηματική κοινότητα και την ελληνική οικονομία εμφανίζεται ιδιαίτερα δυσοίωνη με προβλέψεις που εάν επιβεβαιωθούν θα έχουν τεράστιες επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου μας. Εάν δεν συμπεριληφθούν στο επιχειρησιακό σχέδιο της κυβέρνησης, μέτρα όπως διακανονισμού παλαιών οφειλών με ευνοϊκότερους όρους και προϋποθέσεις, φοροελαφρύνσεων (μείωση Φόρου, ΦΠΑ κ.λπ.), στήριξης της ρευστότητας, στήριξης της απασχόλησης, «ξεπαγώματος» του ΕΣΠΑ και στήριξης παραγωγικών και καινοτόμων δραστηριοτήτων, πραγματοποίησης Δημοσίων Επενδύσεων σε παραγωγικές υποδομές, προσέλκυσης επενδύσεων, προστασίας της πρώτης κατοικίας και ενίσχυση ή ακόμη και επιδότηση του πρωτογενούς τομέα οι συνέπειες για την τοπική και οικονομική ζωή του τόπου μας αναμένεται να είναι ανάλογες ή αν όχι και πολύ χειρότερες από αυτές της δεκαετούς οικονομικής ύφεσης. Η ευρωπαϊκή κοινότητα εκτιμά ότι η Ελλάδα θα γνωρίσει τη μεγαλύτερη ύφεση μεταξύ των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά ταυτόχρονα να γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη το 2021. Η αλήθεια είναι ότι ήμασταν πολύ άτυχοι, καθώς πάνω που η οικονομία θα άλλαζε τροχιά και θα έκανε τα πραγματικά πρώτα δειλά βήματα προς την ανάπτυξη, ήρθε ο Covid-19 να ανακατέψει και πάλι την τράπουλα
Τα μέτρα της κυβέρνησης όσο σωτήρια ήταν για τη δημόσια υγεία, άλλο τόσο επιζήμια φοβάμαι ότι θα αποδειχθούν για την ελληνική οικονομία. Ο ιός μας βρήκε την ώρα της εξόδου από τη μνημονιακή δεκαετία και, άρα, προφανώς χωρίς κανένα οικονομικό υπόβαθρο να σταθούμε. Λογικό κι επόμενο είναι λοιπόν, η Κομισιόν να προβλέπει τη μεγαλύτερη ύφεση για την Ελλάδα μέσα στο 2020.
Δώσατε βάρος τις τελευταίες ημέρες σε δηλώσεις σας, στο ζήτημα του Τουρισμού. Υπάρχει μια γενικευμένη μεγάλη αντίδραση από όλους τους τουριστικούς κλάδους απέναντι στο υπουργείο Τουρισμού…
Πέρα από την αξιοποίηση όλων των μέτρων που προαναφέραμε για τη στήριξη των επιχειρήσεων, θα πρέπει άμεσα με υγειονομικά πρωτόκολλα, διαφοροποιημένα ανά υπηρεσία και μέγεθος ξενοδοχείου να προχωρήσουμε στο άνοιγμα των εποχικών καταλυμάτων και ξενοδοχείων. Μάλιστα, η αβεβαιότητα για την άρση της απαγόρευσης των πτήσεων αλλά και της θέλησης των ξένων τουριστών να ταξιδέψουν, καθιστά την ενεργοποίηση ενός εθνικού προγράμματος στήριξης του εγχώριου τουρισμού πρωταρχική ανάγκη. Ως Επιμελητήριο, αντιδράσαμε για ακόμη μία φορά άμεσα και έχει συσταθεί ήδη ομάδα διαχείρισης κρίσης τουρισμού στη Μαγνησία, όπου και θα κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις από τους επαγγελματίες του τουρισμού προς την κυβέρνηση, καθώς η διαχείριση της κατάστασης ακόμη και γι’ αυτή την «κουτσουρεμένη» σεζόν φαντάζει άλυτος γρίφος.