Το δεύτερο μέρος από την επίσκεψη στο Πήλιο του Βαγγέλη Δρίσκα και της Δέσποινας Βανδή, συμπαρουσιαστών της τηλεοπτικής εκπομπής «My Greece», θα προβληθεί μεθαύριο βράδυ στο Open.
O γνωστός σεφ μίλησε για το οδοιπορικό στα χωριά του βουνού των Κενταύρων, που κατέληξε στη Ζαγορά φτιάχνοντας παραδοσιακή μηλόπιτα. Δήλωσε ενθουσιασμένος από την τελευταία περιήγηση στο Πήλιο, που ήταν ντυμένο στα χρώματα του φθινοπώρου και το χαρακτήρισε πραγματικό «παράδεισο».
Την προηγούμενη Κυριακή, οι συντελεστές της ταξιδιωτικής εκπομπής μαγειρικής, που φέτος προβάλλεται για δεύτερη σεζόν από την τηλεοπτική συχνότητα του Open, επισκέφτηκαν τη Βυζίτσα, τις Μηλιές και τις Πινακάτες. Πέρα από το φυσικό κάλλος, το δίδυμο των παρουσιαστών είχε την ευκαιρία να εξερευνήσει τη γαστρονομική ιδιαιτερότητα του Πηλίου μέσω των συνταγών που παρουσιάστηκαν. Παραδοσιακά πιάτα, αλλά και τοπικές λιχουδιές, όπως τα τσιτσίραβλα τουρσί (σ.σ. παρασκευάζεται με τα βλαστάρια ενός είδους άγριας φιστικιάς, που φύεται στη Μαγνησία), βρέθηκαν στο επίκεντρο της προσοχής του κ. Δρίσκα, ο οποίος δεν έκρυψε την ικανοποίησή του για όσα βίωσε στο Πήλιο. «Η αίσθηση που αποκόμισα ήταν ονειρική. Τα γυρίσματα έγιναν τον περασμένο Σεπτέμβριο, οπότε κυριαρχούσαν τα φθινοπωρινά χρώματα και απολαύσαμε το Πήλιο σε όλο το μεγαλείο του. Είναι τόπος μοναδικός. Σε μαγεύει με την πλούσια βλάστηση, ενώ σε ορισμένα σημεία το βουνό παραμένει αμόλυντο και βλέπεις παρθένα και απίθανα τοπία. Με μία λέξη, παράδεισος. Κι επειδή έχω επισκεφτεί πολλές φορές την περιοχή, βλέπω ότι παρά το γεγονός πως έχουμε νέα ξενοδοχεία και μαγαζιά, γενικότερα υποδομές που μπορούν να στηρίξουν τον τουρισμό, βλέπω ότι δεν επηρεάζεται το φυσικό τοπίο. Υπάρχει σεβασμός και το βρίσκω πολύ σημαντικό, γιατί γι’ αυτό έρχονται όλοι», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο πολύπειρος σεφ, με 20ετή παρουσία στους τηλεοπτικούς δέκτες, ενθουσιάστηκε με όσα έγιναν στο πρώτο μέρος της εκπομπής «My Greece», φέρνοντας ως παράδειγμα τη στάση που πραγματοποίησαν με τη Δέσποινα Βανδή στη Βυζίτσα: «Οι γυναίκες του συνεταιρισμού «Εσπερίδες» μάς έβγαλαν και δοκιμάσαμε αρκετά τοπικά προϊόντα, όπως ήταν τα τσιτσίραβλα, ένα πολύ ιδιαίτερο προϊόν και μπράβο που το αξιοποιούν και το βγάζουν προς τα έξω. Πρέπει να αναδεικνύεις όσα παράγεις, γιατί αυτά δίνουν και το στίγμα. Η γαστρονομία κάθε τόπου χαρακτηρίζεται τόσο από τις συνταγές, όσο και τα υλικά, που στο τέλος αφήνουν μία ωραία γλυκιά ανάμνηση και στον ουρανίσκο». Όσον αφορά στη μεθαυριανή εκπομπή, ο Βαγγέλης Δρίσκας στάθηκε στα γυρίσματα που έγιναν στη Ζαγορά: «Βρεθήκαμε εκεί ακριβώς την περίοδο που ξεκινούσε η συγκομιδή των μήλων, που είναι και το σήμα-κατατεθέν του χωριού. Φτιάξαμε μία πολύ ιδιαίτερη μηλόπιτα, που αξίζει να δοκιμάσετε».
Με τον κ. Δρίσκα να έχει αναλάβει το γαστρονομικό κομμάτι της εκπομπής, οι περιηγήσεις ανά την Ελλάδα, του παρέχουν την ευκαιρία να ανακαλύπτει συνεχώς καινούργια πράγματα: «Όπου κι εάν έχουμε πάει μέχρι στιγμής, συνεχώς μαθαίνω νέες συνταγές. Για παράδειγμα στη Βυζίτσα, μας μαγείρεψαν μεταξύ άλλων και σπεντζοφάι με κεφτεδάκια. Η κλασική συνταγή είναι με λουκάνικα. Δεν το είχα ξαναδεί, αλλά η γυναίκα που το έφτιαξε, μας εξήγησε ότι σε πολλά σπίτια όταν δεν είχαν λουκάνικα, το μαγείρευαν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ένα πιάτο που πραγματικά δεν είχα ξαναδοκιμάσει.
Την ίδια έκπληξη είχα νιώσει και πριν από πολλά χρόνια, όταν έφαγα για πρώτη φορά τσιτσίραβλα. Κάθε τόπος, ιδιαίτερα εάν είναι ευλογημένος όπως το Πήλιο και παράγει προϊόντα που είναι πραγματικός θησαυρός, μας μαθαίνει πολλά πράγματα. Αυτά πρέπει να καταγράφονται με κάποιο τρόπο και θεωρώ ότι με την εκπομπή βάζουμε ένα λιθαράκι στο να διατηρείται ζωντανή αυτή η παράδοση. Από εκεί και πέρα, χαίρομαι να βλέπω τις συνταγές να εξελίσσονται. Οι νέες γενιές που μαγειρεύουν, έχουν πλέον ερεθίσματα απ’ όλον τον κόσμο και γίνεται ένα ωραίο «πάντρεμα». Ενδεικτικά θα αναφέρω ένα πιάτο που δοκίμασα στον Άγιο Γεώργιο. Τραχανότο με μανιτάρια. Ο τραχανάς μαγειρεύεται με μία τεχνική ριζότο, όπως κάνουν οι Ιταλοί και συνδυάζεται κάτι καινούργιο με παραδοσιακά υλικά. Έτσι η μαγειρική αποκτά καινούριο ενδιαφέρον και δελεάζει τους ανθρώπους να δοκιμάζουν διαφορετικές γεύσεις».