Το όνομά της συνδέεται με τον πιο ωραίο ίσως δρόμο του Βόλου, καθώς ξεκινά από τις παρυφές του Πηλίου και χύνεται στα νερά του Παγασητικού ενώνοντας ουσιαστικά το χθες με το σήμερα, προοιωνίζοντας το αύριο με τις δενδροστοιχίες και την απλωσιά των πεζοδρομίων. Κι έτσι ακριβώς η Κατερίνα Κασσαβέτη – φέρουσα ιστορικό επίθετο με καλλιτεχνικό προσδιορισμό της δικής της εικαστικής γραφής τιμώντας τους προπάτορες – σκιαγραφεί τη φύση με τη δική της φυσική προσέγγιση του ταλέντου της που αποδίδει ζωγραφίζοντας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται στον Βόλο. Άλλωστε εδώ μεγάλωσε κι εδώ ξαναγυρνά με κάθε ευκαιρία. Κι αυτή τη φορά εν μέσω πανδημίας έστειλε το δικό της μήνυμα συμμετέχοντας στην ομαδική έκθεση με τίτλο «…Κι όμως ανθίζει…» που λειτουργεί στον Χώρο Τέχνης «δ.» στον Βόλο. Η συμμετοχή της ας εκληφθεί ως πρόγευση, καθώς προγραμματίζεται (κορωνοϊού επιτρέποντος) ατομική της έκθεση τον ερχόμενο Οκτώβριο. Έως τότε μας θυμίζει όσα την ενώνουν με τον Βόλο και το Πήλιο και όσα την οδηγούν να μη σταματά να αποδίδει σκέψεις με συναισθήματα, όνειρα και αισθήσεις ακροβατώντας στο φως και τα χρώματα…
Πατρογονικοί όροι ως προσδιορισμοί
Η Κατερίνα Κασσαβέτη, απόγονος της ιστορικής οικογένειας των μεγάλων ευεργετών, με ρίζες από το Πήλιο και δεσμούς με τον Βόλο δεν ένιωσε την ανάγκη να αποδείξει τίποτα περισσότερο εκτός από αυτό που έκανε με χαρά και άνεση: Να ζωγραφίζει. «Θα φανεί περίεργο, αλλά ο πατέρας μου δεν έφερε αντίρρηση να ακολουθήσω αυτό που ήθελα…» σημείωσε η ίδια.
Ο κοσμοπολιτισμός εξάλλου της οικογενείας Κασσαβέτη δεν θα επέτρεπε μέτριες επιλογές στα μέτρα των περισσοτέρων. Ας μην ξεχνάμε την περίπτωση της Μαρίας Κασσαβέτη – Ζαμπάκου, της θρυλικής καλλιτέχνιδας που κυριάρχησε ως γλύπτρια στα καλλιτεχνικά σαλόνια στο Λονδίνο και το Παρίσι στα τέλη του 19ου αιώνα, καθώς και του καταξιωμένου διεθνώς σκηνοθέτη Τζον Κασσαβέτη και βέβαια τους σημερινούς απογόνους, ξαδέλφια της Κατερίνας, η αδελφή της που σπούδασε αρχαιολόγος, ο αδελφός της Αλέκος Καραγεωργίου, διανοούμενος και ρέκτης καλλιτεχνικών δράσεων, όπως και άλλος τους ξάδελφος, ο αρχιτέκτονας και πρώην δήμαρχος Ζαγοράς Γιώργος Αντώνογλου Κασσαβέτης… Μια οικογένεια με ρίζες ως θεμέλια στη γνώση και την καλλιέργεια, στη δύναμη για την ελευθερία της έκφρασης.
«Ήμουν ένα ζωηρό έως ατίθασο παιδί. Κατέβηκα από το Πήλιο στα πέντε μου χρόνια για να πάω στο σχολείο…» θυμάται η ίδια. Κι όμως το φυσικό τοπίο του Πηλίου, το πράσινο που εναλλασσόταν σε χαλκοκίτρινο, οι κορυφογραμμές και η ατέλειωτη ενατένιση του ορίζοντα τη συντρόφευαν ακόμα κι όταν αποφοιτώντας από την Ελληνογαλλική Σχολή Βόλου «Άγιος Ιωσήφ» κατέβηκε στην Αθήνα.
Η τύχη ως αναγκαιότητα έκφρασης
Η Σχολή Δοξιάδη την υποδέχθηκε καταπίνοντας στην κυριολεξία την αγάπη της να μάθει, να δει, να καταλάβει… Κι όταν αυτό δεν έφθασε να κοπάσει τη ζέση και την ορμή, το βλέμμα της στράφηκε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου εισήχθη και όπου αναμετρήθηκε με τις τάσεις και τις ανατροπές των σπουδαστικών της ημερών. Με δασκάλους στη ζωγραφική τον Δημήτρη Μυταρά και τον Δημοσθένη Κοκκινίδη και στη σκηνογραφία τον Βασίλη Βασιλειάδη, έδειξε γρήγορα την εικαστική της γραφή με εκθέσεις στην Αθήνα σε καταξιωμένους χώρους, ενώ ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος θα δώσει το «παρών» σε θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές παραγωγές. «Ένα οδοιπορικό συναναστροφών, μια συνεχής πορεία με την τύχη ως αναγκαιότητα έκφρασης…» αναφέρει η ίδια.
Η εκφραστική της αποτύπωση έκδηλη αισθημάτων και εκφράσεων δημιούργησε τη δική της εικόνα άλλοτε ως νόρμα με την έννοια της ταυτότητας, ποτέ, ωστόσο, ως φόρμα με την έννοια της επανάληψης. Ήταν τότε που το πενάκι καθόρισε το έργο της. Σε φόντο λευκό το μαύρο με συνεχή ροή ατέρμονης διάχυσης την καθόρισε. Ή μήπως το αντίθετο;
Αθέατη όψη ασυνείδητης επιλογής
Η παρατήρηση του αγαπημένου της ξαδέλφου Αλέκου Καραγεωργίου που καταπιάνεται ενεργά με τα χαϊκού (ποιήματα συγκεκριμένης δομής και μορφής από την Ιαπωνία) ότι η δουλειά της παραπέμπει σε γιαπωνέζικη προσέγγιση, την έκανε να συνειδητοποιήσει την εγγύτητα που διαπιστώθηκε. Ακολούθησαν παρατηρήσεις και αναλογίες, σημειολογικές αναφορές και βέβαια η ίδια η θεματική αλληλουχία ανάμεσα σε δέντρα και φύση, σε υπαινικτικά τοπία που αποκωδικοποιούνται με όρους – κλειδιά μιας άλλης φιλοσοφίας.
«Τα δέντρα, και στο σύνολό τους τα δάση, δημιουργούν τη φυσική ανάταση στον ουρανό ή αλλιώς στο θείο, στο ιδεατό…» επισημαίνει, για να προσθέσει ότι «η νέα μου δουλειά διακρίνεται από τη σφαιρικότητα της γης και την καμπυλότητα των θέσεων άλλοτε ως πλανήτες (πλάνητες;) πηγής ζωής και αντίστοιχα ως σπερματοζωάρια ή οτιδήποτε αναλογεί ως αντιστοιχία στον τροχό που συμβολίζει τη συνέχιση, την εξέλιξη».
Κι αν το χρώμα που με περισσή αγάπη δούλεψε στα έργα της στη διάρκεια των σπουδών της στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας παρουσιαζόταν με τη δυναμική της απουσίας, έρχεται τώρα να «ηχήσει» δυνατά και δυναμικά προσδιορίζοντας το μέλλον που καλείται να δώσει διεξόδους.
Όπως εξηγεί η Κατερίνα Κασσαβέτη, «ζωγραφίζω αυτό που νιώθω ως εσωτερική δύναμη που ζητεί την εφόρμηση της εσωτερίκευσής του».
Εύθραυστες ισορροπίες σε στέρεα όνειρα
Η σταθερή πινελιά που η σινική μελάνη αποδίδει σε συνδυασμό με τη θεματική που αποδίδεται αποτυπώνοντας τόπους και τοπία με κυρίαρχη τονικότητα στη μελαγχολική προσέγγιση, καταδεικνύει τη μυστηριώδη ισορροπία της Κατερίνας Κασσαβέτη. Η ίδια δεν αρνείται ότι πορεύεται με εύθραυστες ισορροπίες πάνω σε στέρεα όνειρα αποδεικνύοντας έτσι την ακρότητα και την ολότητα ενός σπάνια ευαίσθητου καλλιτέχνη όπως δηλώνουν όσοι τη γνωρίζουν και τιμούν το έργο της εκτιμώντας το καλλιτεχνικό σύνολο προσωπικότητας και έργου. Με το άμεσο χαμόγελο και το πηγαίο της γέλιο, με τη φυσική ευγένεια λόγω αγωγής και καταγωγής και τον αυθορμητισμό της δυνατής έκφρασης λόγω χαρακτήρα, η Κατερίνα Κασσαβέτη δεν θα εξέπληττε κανέναν εάν ζωγράφιζε βιβλία παλαιών συλλεκτών και εξημέρωνε την πηγαία έκφραση αλλοπαρμένων καλλιτεχνών. Καταληκτικά η εκ Πηλίου ορμώμενη και εκ του Βόλου συνεχώς διερχόμενη καλλιτέχνις εφορμά στην Αθήνα όπου ζει ατενίζοντας το κάλλος του Παρθενώνα για να έχει στην καλλιτεχνική της φαρέτρα συνεχώς νέα δημιουργικά βέλη, τα έργα της.